Re: [Orasi] Άμεση δημοκρατία: τί είναι και τί δεν είναι

2014-06-28 ϑεμα Χρηστοσ Χατζησ
η ελβετία γιά το μόνο που δεν έχει φόβο είναι το ξένο χρησάφι. και δεν έχει 
κανέναν φόβο αλλά το καλίπτει και το κάνει θεό ντης.


--
From: mlaspas mlas...@otenet.gr
Sent: Friday, June 27, 2014 10:13 PM
To: orasi mailing list orasi@hostvis.net
Subject: [Orasi] Άμεση δημοκρατία: τί είναι και τί δεν είναι



Michael Theødosiadis

in Featured, Αναλύσεις, Ελληνικά 12/02/201440 Comments

Με αφορμή το πρόσφατο δημοψήφισμα στην Ελβετία…

Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του Ελβετικού πολιτεύματος είναι η
δυνατότητα που παρέχει στους πολίτες της χώρας να εγκρίνουν μαζικά – 
υποχρεωτικά
ή προαιρετικά – νομοσχέδια και τροποποιήσεις που αφορούν διάφορα θέματα, 
όπως η

στρατιωτική θητεία, η οπλοκατοχή, η διοίκηση και άλλα ποινικά ή πολιτικά
ζητήματα. Έτσι, μετά από δημοψήφισμα που προωθήθηκε από το λαϊκιστικό 
δεξιό
Ελβετικό Λαϊκό Κόμμα, οι πολίτες που προσήλθαν στις κάλπες αποφάσισαν με 
ποσοστό
50,4% να θέσουν τέλος στην μαζική εισροή μεταναστών ακόμα και από χώρες 
της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, επαναφέροντας το αυστηρό καθεστώς των ποσοστώσεων που 
ίσχυε

παλιότερα. Με αφορμή το γεγονός αυτό όχι μόνο οι γνωστοί και αναμενόμενοι
γραφικοί δεξιοί δημαγωγοί αλλά και διάφοροι οπαδοί της λεγόμενης «άμεσης
δημοκρατίας» (ή μάλλον όσοι προσεγγίζουν την άμεση δημοκρατία 
απλουστευτικά και
λαϊκιστικά, αναγνωρίζοντας δηλαδή την πλειοψηφική στάση ως μοναδική 
εγγυητήρια
δύναμη για την κοινωνική και πολιτική σωτηρία) ξεσπούν σε πανηγυρισμούς 
κάνοντας

λόγο για νίκη της λαϊκής βούλησης και της δημοκρατίας έναντι κάποιας
τεχνοκρατικής ελίτ η οποία (όπως λένε) με συνωμοτικό τρόπο καταστρατηγεί 
βασικά
πολιτικά δικαιώματα. Ποιά είναι όμως η πραγματική ουσία της (άμεσης) 
δημοκρατία

και τί πραγματικά αυτή προϋποθέτει;

Αναμφισβήτητα δύο από τα σημαντικότερα συστατικά ενός δημοκρατικού 
πολιτεύματος

είναι η λαϊκή κυριαρχία και η αρχή της πλειοψηφίας. Εδώ όμως ένα τεράστιο
ερώτημα γεννιέται: μέχρι πού μπορεί να φτάσει η πλειοψηφία αυτή; Έχει το
δικαίωμα να παίρνει αποφάσεις οι οποίες αφαιρούν βασικές ελευθερίες (όπως 
το
δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης στην περίπτωση της Ελβετίας), 
καταπιέζουν
μειονότητες ή, πολύ χειρότερα, αναιρούν το ίδιο το καθεστώς που της 
παράσχει
αυτή τη δυνατότητα επιλογής; Πάνω σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να δοθούν οι 
εξής
πολύ σαφείς απαντήσεις: η δημοκρατία είναι ένα καθεστώς ελευθερίας, 
παρέχει,

δηλαδή, σε ένα πολιτικό σώμα ανά πάσα στιγμή τη δυνατότητα να θέσει υπό
αμφισβήτηση γραπτούς ή άγραφους νόμους, νόρμες και κανόνες χωρίς ωστόσο να
παραγκωνίζει τις ελευθερίες της μειοψηφίας και το δικαίωμά της να 
εκφράζεται

ασκώντας εξίσου επιρροή στο δημόσιο λόγο. Συνεπώς, η δημοκρατία προαπαιτεί
αυτο-περιορισμό, δηλαδή ρητή αναγνώριση των εσωτερικών ορίων μιας 
κοινότητας
ανθρώπων (ή ενός πολιτικού σώματος), με στόχο να αποφευχθεί η ύβρις, αυτή 
η
λυσσαλέα επιθυμία της παράβασης και της υπερβολής (Καστοριάδης 2006, 
σ.177:

2008, σ.111). Ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία βρίθει από περιστατικά ύβρεως,
δεδομένου ότι πάμπολλες φορές τα ανθρώπινα όντα είτε παρασυρόμενα από 
διάφορους
δημαγωγούς και λαοπλάνους είτε δρώντας αυτόνομα και αυτόβουλα οδηγήθηκαν 
στην

υπερβολή, σε όργια μακαβριότητας, σαν αυτά του Άουσβιτς και των γκούλαγκ.

Το ερώτημα που τίθεται εδώ, ωστόσο, είναι το εξής: τί σχέση έχουν όλα αυτά 
με το
συγκεκριμένο δημοψήφισμα που δεν αφορά μειονοτικούς πληθυσμούς εντός της 
χώρας
αλλά ανθρώπους οι οποίοι δεν μένουν καν εκεί, οι οποίοι κάλλιστα μπορούν 
να

αναζητήσουν την τύχη τους αλλού εφόσον η Ελβετία τους κλείνει την πόρτα; Η
απάντηση είναι η εξής: δεν είναι η πρώτη φορά που στην Ελβετία η ξενοφοβία
εκφράζεται μαζικά, γεγονός που φανερώνει ότι η επικράτηση του ΝΑΙ είναι 
ξεκάθαρα
υποκινούμενη από κάποιο ρατσιστικό στερεότυπο, από κάποια δηλητηριώδη 
εμμονή που

δεν (θα) έχει συνέπειες μονάχα για τους μή Ελβετούς που σχεδίαζαν να
μεταναστεύσουν στη συγκεκριμένη χώρα, αλλά όντας μια αντανάκλαση της 
ευρύτερης
κοινωνικής συντηρητικοποίησης που συντελείται πλέον σε ευρωπαϊκό επίπεδο 
οι

επιπτώσεις και για τους ίδιους μετανάστες που ήδη ζουν και εργάζονται στην
Ελβετία θα είναι άμεσες: τόνωση του επιθετικού εθνικισμού, όξυνση του 
κράτους
εξαίρεσης και διεύρυνση των αποκλεισμών. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο κάθε 
τυφλή

επίκληση στη λαϊκή ετυμηγορία που δεν συνοδεύεται από τη συνείδηση της
τραγικότητας ρέπει προς τις πιο επικίνδυνες εκφάνσεις του λαϊκισμού (και 
όχι στη
δημοκρατία καθ’ αυτήν, ως πολίτευμα ανοιχτό στην ετερότητα), όπου ο 
φόβος[1] και
τα αρχέγονα συναισθήματα, το αχαλίνωτο πάθος για δόξα, τιμή και 
υπερηφάνεια, και
ο ναρκισσισμός καταρρίπτουν όλα τα εσωτερικά και εξωτερικά όρια των 
ανθρώπων
μιας κοινωνίας ή κοινότητας. Έτσι η ύβρις βρίσκει πρόσφορο έδαφος να 
αναδυθεί,
διαβρώνοντας κάθε επίπεδο του συλλογικού βίου, με τη συνωμοσιολογία να 
ευδοκιμεί
και, ως εκ τούτου, την αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, όπως πολύ συχνά 
βλέπουμε
στον διάχυτο αντισημιτικό λόγο και την περιφρόνηση – ή πολύ συχνά το 
μίσος – για
τον μετανάστη ή τον

[Orasi] Άμεση δημοκρατία: τί είναι και τί δεν είναι

2014-06-27 ϑεμα mlaspas


Michael Theødosiadis

in Featured, Αναλύσεις, Ελληνικά 12/02/201440 Comments

Με αφορμή το πρόσφατο δημοψήφισμα στην Ελβετία…

Ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά του Ελβετικού πολιτεύματος είναι η
δυνατότητα που παρέχει στους πολίτες της χώρας να εγκρίνουν μαζικά – 
υποχρεωτικά
ή προαιρετικά – νομοσχέδια και τροποποιήσεις που αφορούν διάφορα θέματα, 
όπως η

στρατιωτική θητεία, η οπλοκατοχή, η διοίκηση και άλλα ποινικά ή πολιτικά
ζητήματα. Έτσι, μετά από δημοψήφισμα που προωθήθηκε από το λαϊκιστικό δεξιό
Ελβετικό Λαϊκό Κόμμα, οι πολίτες που προσήλθαν στις κάλπες αποφάσισαν με 
ποσοστό

50,4% να θέσουν τέλος στην μαζική εισροή μεταναστών ακόμα και από χώρες της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, επαναφέροντας το αυστηρό καθεστώς των ποσοστώσεων που 
ίσχυε

παλιότερα. Με αφορμή το γεγονός αυτό όχι μόνο οι γνωστοί και αναμενόμενοι
γραφικοί δεξιοί δημαγωγοί αλλά και διάφοροι οπαδοί της λεγόμενης «άμεσης
δημοκρατίας» (ή μάλλον όσοι προσεγγίζουν την άμεση δημοκρατία 
απλουστευτικά και
λαϊκιστικά, αναγνωρίζοντας δηλαδή την πλειοψηφική στάση ως μοναδική 
εγγυητήρια
δύναμη για την κοινωνική και πολιτική σωτηρία) ξεσπούν σε πανηγυρισμούς 
κάνοντας

λόγο για νίκη της λαϊκής βούλησης και της δημοκρατίας έναντι κάποιας
τεχνοκρατικής ελίτ η οποία (όπως λένε) με συνωμοτικό τρόπο καταστρατηγεί 
βασικά
πολιτικά δικαιώματα. Ποιά είναι όμως η πραγματική ουσία της (άμεσης) 
δημοκρατία

και τί πραγματικά αυτή προϋποθέτει;

Αναμφισβήτητα δύο από τα σημαντικότερα συστατικά ενός δημοκρατικού 
πολιτεύματος

είναι η λαϊκή κυριαρχία και η αρχή της πλειοψηφίας. Εδώ όμως ένα τεράστιο
ερώτημα γεννιέται: μέχρι πού μπορεί να φτάσει η πλειοψηφία αυτή; Έχει το
δικαίωμα να παίρνει αποφάσεις οι οποίες αφαιρούν βασικές ελευθερίες 
(όπως το
δικαίωμα της ελεύθερης μετακίνησης στην περίπτωση της Ελβετίας), 
καταπιέζουν
μειονότητες ή, πολύ χειρότερα, αναιρούν το ίδιο το καθεστώς που της 
παράσχει
αυτή τη δυνατότητα επιλογής; Πάνω σε αυτά τα ερωτήματα πρέπει να δοθούν 
οι εξής
πολύ σαφείς απαντήσεις: η δημοκρατία είναι ένα καθεστώς ελευθερίας, 
παρέχει,

δηλαδή, σε ένα πολιτικό σώμα ανά πάσα στιγμή τη δυνατότητα να θέσει υπό
αμφισβήτηση γραπτούς ή άγραφους νόμους, νόρμες και κανόνες χωρίς ωστόσο να
παραγκωνίζει τις ελευθερίες της μειοψηφίας και το δικαίωμά της να 
εκφράζεται

ασκώντας εξίσου επιρροή στο δημόσιο λόγο. Συνεπώς, η δημοκρατία προαπαιτεί
αυτο-περιορισμό, δηλαδή ρητή αναγνώριση των εσωτερικών ορίων μιας 
κοινότητας

ανθρώπων (ή ενός πολιτικού σώματος), με στόχο να αποφευχθεί η ύβρις, αυτή η
λυσσαλέα επιθυμία της παράβασης και της υπερβολής (Καστοριάδης 2006, σ.177:
2008, σ.111). Ολόκληρη η ανθρώπινη ιστορία βρίθει από περιστατικά ύβρεως,
δεδομένου ότι πάμπολλες φορές τα ανθρώπινα όντα είτε παρασυρόμενα από 
διάφορους
δημαγωγούς και λαοπλάνους είτε δρώντας αυτόνομα και αυτόβουλα οδηγήθηκαν 
στην

υπερβολή, σε όργια μακαβριότητας, σαν αυτά του Άουσβιτς και των γκούλαγκ.

Το ερώτημα που τίθεται εδώ, ωστόσο, είναι το εξής: τί σχέση έχουν όλα 
αυτά με το
συγκεκριμένο δημοψήφισμα που δεν αφορά μειονοτικούς πληθυσμούς εντός της 
χώρας

αλλά ανθρώπους οι οποίοι δεν μένουν καν εκεί, οι οποίοι κάλλιστα μπορούν να
αναζητήσουν την τύχη τους αλλού εφόσον η Ελβετία τους κλείνει την πόρτα; Η
απάντηση είναι η εξής: δεν είναι η πρώτη φορά που στην Ελβετία η ξενοφοβία
εκφράζεται μαζικά, γεγονός που φανερώνει ότι η επικράτηση του ΝΑΙ είναι 
ξεκάθαρα
υποκινούμενη από κάποιο ρατσιστικό στερεότυπο, από κάποια δηλητηριώδη 
εμμονή που

δεν (θα) έχει συνέπειες μονάχα για τους μή Ελβετούς που σχεδίαζαν να
μεταναστεύσουν στη συγκεκριμένη χώρα, αλλά όντας μια αντανάκλαση της 
ευρύτερης

κοινωνικής συντηρητικοποίησης που συντελείται πλέον σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι
επιπτώσεις και για τους ίδιους μετανάστες που ήδη ζουν και εργάζονται στην
Ελβετία θα είναι άμεσες: τόνωση του επιθετικού εθνικισμού, όξυνση του 
κράτους
εξαίρεσης και διεύρυνση των αποκλεισμών. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο κάθε 
τυφλή

επίκληση στη λαϊκή ετυμηγορία που δεν συνοδεύεται από τη συνείδηση της
τραγικότητας ρέπει προς τις πιο επικίνδυνες εκφάνσεις του λαϊκισμού (και 
όχι στη
δημοκρατία καθ’ αυτήν, ως πολίτευμα ανοιχτό στην ετερότητα), όπου ο 
φόβος[1] και
τα αρχέγονα συναισθήματα, το αχαλίνωτο πάθος για δόξα, τιμή και 
υπερηφάνεια, και
ο ναρκισσισμός καταρρίπτουν όλα τα εσωτερικά και εξωτερικά όρια των 
ανθρώπων
μιας κοινωνίας ή κοινότητας. Έτσι η ύβρις βρίσκει πρόσφορο έδαφος να 
αναδυθεί,
διαβρώνοντας κάθε επίπεδο του συλλογικού βίου, με τη συνωμοσιολογία να 
ευδοκιμεί
και, ως εκ τούτου, την αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων, όπως πολύ συχνά 
βλέπουμε
στον διάχυτο αντισημιτικό λόγο και την περιφρόνηση – ή πολύ συχνά το 
μίσος – για

τον μετανάστη ή τον πρόσφυγα, ο οποίος στο βλέμμα του απο-πολιτικοποιημένου
μέσου ανθρώπου αποτελεί πηγή όλων των δεινών. Αυτή η μαζική παράνοια 
ευθύνεται
για την όξυνση των εθνοτικών εντάσεων και την διεύρυνση του κλίματος 
εχθρότητας
που στο παρελθόν ουκ ολίγες φορές οδήγησε σε μαζικά πογκρόμ με δεκάδες 
θύματα
[2]. Κοινώς, η δημοκρατία δεν αποτελεί μια ad hoc διαδικασία